Παρθια

Παρθια
    Παρθία
     Plut. = Παρθυηνή См. Παρθυηνη

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Παρθια" в других словарях:

  • Πάρθοι — Αρχαίος ιρανικός λαός, εγκατεστημένος από τους αρχαιότατους χρόνους στην περιοχή της νοτιοδυτικής Ασίας –που από αυτούς ονομάστηκε Παρθία– η οποία συνορεύει με την Υρκανία, τη Μηδία, την Καρμανία, την Αριανή και την περσική έρημο. Πολεμιστές… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξανδρούπολις — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Στη Θράκη. Σύμφωνα με μαρτυρία του Πλούταρχου, την ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος το 334 π.Χ. στη χώρα των ηττημένων Μαίδων Θρακών. Όπως μάλιστα αναφέρει χαρακτηριστικά, «τους μεν βαρβάρους εξαπήλασε, συμμείκτους δε… …   Dictionary of Greek

  • Парфия и Парфяне — (ή Παρθία, Παρθυαία, Παρθυηνή, Parthia), в широком значении слова, обнимала громадное пространство Западной Азии от Евфрата на З до Арахозии на В и от Каспия на С до Красного моря на Ю. В ее состав, как Imperium Orientis, входили 18 провинций: 11 …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Topónimos griegos — Anexo:Topónimos griegos Saltar a navegación, búsqueda Esta es una lista de topónimos griegos tradicionales, es decir, una lista de topónimos que existen en griego. Esto incluye: Lugares que tuvieron protagonismo en la historia de la cultura… …   Wikipedia Español

  • ПАРФИЯ —    • Parthĭa, Parthi.     I.          География.          Парфяне, Πάρθοι или Παρθυαι̃οι, неизвестного, вероятно, туранского происхождения, следовательно, не родственные с арийскими персами, жили в стране, лежащей к югу от берегов Каспийского… …   Реальный словарь классических древностей

  • Anexo:Topónimos griegos — En este artículo se detectó el siguiente problema: Carece de fuentes o referencias que aparezcan en una fuente acreditada. Por favor, edítalo para mejorarlo, o d …   Wikipedia Español

  • PARTHIA — I. PARTHIA Asiae regio, perampla, ab occasu Mediâ, ab Aquilone Hyrcaniâ, ab ortu Arianâ, a meridie Carmaniae desertis terminata. Parthenen Qu. Curtius vocat. l. 6. 2. c. ubi docet Parthos Scitharum progeniem esse, quod et Dionys. testatur.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ΧΑΝ — Κινεζική δυναστεία (206 π.Χ. – 220 μ.Χ.), που ιδρύθηκε από τον χωρικό Λιέου Πανγκ, υποκινητή μιας από τις μεγαλύτερες εξεγέρσεις με την οποία ανέτρεψε τον προηγούμενο βασιλεύοντα οίκο. Κατά τους 4 αιώνες της βασιλείας των Χαν, η Κίνα επεκτάθηκε… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • πολυγαμώ — έω, Α [πολύγαμος] 1. συνάπτω γάμο με πολλούς ταυτόχρονα συζύγους, άνδρες ή γυναίκες 2. ζω πολυγαμικά («οὔτε οἱ ἐν Παρθίᾳ Χριστιανοὶ πολυγαμοῦσιν», Ευσ.) …   Dictionary of Greek

  • χάν — Κινεζική δυναστεία (206 π.Χ. – 220 μ.Χ.), που ιδρύθηκε από τον χωρικό Λιέου Πανγκ, υποκινητή μιας από τις μεγαλύτερες εξεγέρσεις με την οποία ανέτρεψε τον προηγούμενο βασιλεύοντα οίκο. Κατά τους 4 αιώνες της βασιλείας των Χαν, η Κίνα επεκτάθηκε… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»